Ένας θρύλος της μπύρας έφυγε απ' τη ζωή πριν από λίγες μέρες.
Ο Pierre Celis σύνδεσε το όνομά του με την αναβίωση των μικροζυθοποιϊών στο Βέλγιο, όταν το 1996 αποφάσισε να ξαναφτιάξει την παραδοσιακή θολή λευκή μπύρα που ήταν πολύ αγαπητή στη περιοχή που μεγάλωσε, τη Φλαμανδική επαρχία της Αντολικής Βραβανδίας. Τόσο αυτό όσο και πολλά άλλα είδη μπύρας στο Βέλγιο, εξαφανίστηκαν μετά την ολοκληρωτική στροφή στις κρυστάλλινες μπύρες τύπου pilsner.
Όταν ήταν πιτσιρικάς ο Celis (γεννήθηκε το 1925), είχε την ευκαιρία να δουλέψει σε μια απ’ τις τελευταίες 30 ζυθοποιίες της περιοχής και είχε απομνημονεύσει τη συνταγή της θολής spicy ξανθιάς. Έτσι, όταν μετά από χρόνια, ο γαλατάς πλέον Pierre βρέθηκε με κάποιους παλιούς φίλους στο καφέ του χωριού και η κουβέντα γύρισε στην αγαπημένη ξανθιά απ’ τα παλιά, αποφάσισε – έτσι σαν στοίχημα – ν’ αναβιώσει τη συνταγή. Δανείστηκε τη μεγάλη χάλκινη κατσαρόλα της γυναίκας του και έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά, φτιάχνοντας την παραδοσιακή θολή μπύρα, με προσθήκη σταριού και βρώμης στα κρίθινα malts και με τριμένο κόλιανδρο και ξύσμα φλούδας curacao, του εξωτικού μπαχαρικού που έφερναν τότε οι Ολλανδοί και οι Φλαμανδοί έμποροι απ’ το Νέο Κόσμο.
Τόσο μεγάλη ήταν η επιτυχία του (ή η νοσταλγία απ’ τα παλιά) που οι φίλοι του και μαζί όλοι οι παλιοί χωριανοί, τον κατάφεραν να ξεκινήσει μια κανονική παραγωγή. Έτσι κι έγινε. Ο Celis αγόρασε τον εξοπλισμό από ένα ζυθοποιίο που έκλεινε (φωτό επάνω) τον εγκατέστησε στο στάβλο του αγροκτήματός του και το 1966 οι πρώτες ξανθιές θολές μπύρες παλαιού τύπου, που έφεραν το όνομα του χωριού τους – Hoegaarden – ήταν πραγματικότητα.
Μετά από 12 χρόνια και αφού οι πωλήσεις και οι εξαγωγές είχαν αναγκάσει τη ζυθοποιία να επεκταθεί (άλλαξε τ' όνομά της σε De Kluis), μια φωτιά στο ανασφάλιστο εργοστάσιο κατέστρεψε τα πάντα. Γι ανα ξαναστηθεί η ζυθοποιία απ’ την αρχή, βοήθησαν όλοι οι φίλοι και χωριανοί, αλλά κυρίως γειτονική ζυθοποιία Artois, που επένδυσε ένα μεγάλο ποσό παίρνοντας και τις ανάλογες μετοχές. Όταν αργότερα η Artois εξαγοράσθηκε απ’ τους τραπεζίτες της InterBrew, οι νέοι ιδιοκτήτες απαίτησαν μεγάλες αλλαγές στις πρώτες ύλες και τη διαδικασία παραγωγής, αλλαγές που έκαναν τον Celis να τα παρατήσει και να φύγει.
Επόμενη στάση του ζυθοποιού, οι ΗΠΑ. Έχοντας κάποιους φίλους στο Austin του Τέξας και καλές γνωριμίες στον Αμερικανικό χώρο της μπύρας, λόγω των εξαγωγών εκεί των προϊόντων της Hoegaarden, αποφασίζει να δεχθεί τις προτάσεις που του έγιναν και να στήσει επί Αμερικανικού εδάφους μια νέα ζυθοποιία και να φτιάξει την φημισμένη του μπύρα. Εκείνη την εποχή, οι ζυθοποιίες στην περιοχή ήταν ελάχιστες και τα στυλ που εισήγαγε ο Celis (Wit, Grand Cru, Forbiden Fruit) ήταν πρωτόγνωρα, ανοίγοντας στους Αμερικανούς την πόρτα στη Βελγική σχολή ζυθοποίησης.
Η Celis Brewery είχε μεγάλη επιτυχία και πολλοί νέοι τότε ζυθοποιοί επηρρεάστηκαν από τον Βέλγο πιονέρο μετανάστη. Δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται ακόμα και στις χειρότερες εκδοχές της και η νέα ζυθοποιία του Pierre Celis έπεσε στα χέρια των Αμερικανών μεγαλοεπιχειρηματιών αυτή τη φορά, όταν οι συνέταιροι του Celis πούλησαν τα μερίδιά τους στoυς μεγαλοζυθοποιούς-τραπεζίτες της Miller, που για ακόμα μια φορά πίεσαν ν’ αλλάξουν οι συνταγές, να σταματήσει η εισαγωγή λυκίσκου απ’ την Τσεχία και να μειωθεί γενικότερα το κόστος. Το 2000 η Miller εξαγόρασε την Celis, για να την κλείσει το 2001, πουλώντας τα δικαιώματα του ονόματος, τις συνταγές, μέχρι και τα χάλκινα καζάνια στην Michigan Brewing Company, που προς τιμήν της προσπάθησε να ξαναφτιάξει την αυθεντική μπύρα, ζητώντας μάλιστα συμβουλές απ’ τον Pierre.
Μετά την εξαγορά της ζυθοποιίας του, ο Celis επέστρεψε στο Βέλγιο. Αν και αρκετά μεγάλος πια (75 χρονών) δεν έπαψε ν’ ασχολείται με τη ζυθοποίηση. Συνεργάστηκε με την St. Bernardus στο Watoo, δημιουργό των φημισμένων ομώνυμων abbey beers, για την παραγωγή μιας εξαιρετικής wit, αλλά και της πολύ ιδιαίτερης Grottenbier.
Ο άλλος μεγάλος μακαρίτης του χώρου, ο μπυροσυγγραφέας και κριτικός Michael Jackson, είχε γράψει τα παρακάτω για τον Celis και την Grottenbier:
“This beer was made by one of the biggest characters in Belgian brewing. A very small man physically, but a huge character: Pierre Celis. He’s well known for his white beer, but this is obviously not his white beer. I remember a good 15 years ago, Pierre took me to some caves, and I asked why he was taking me there. He said that he was going to make a champagne-style beer in the caves, letting the beer come to its maturation being turned like champagne and leave it to have a refermentation in the bottle, then freeze the neck and take the plug of ice out. It was a beer that would be bottle-conditioned, but a bright beer. He nurtured that idea for 15 years, and while doing so he opened his brewery in Austin, Texas. That was taken over by Miller, and he moved the brewing of his white beer to Michigan. For a guy in his 70’s, he’s a pretty busy guy, and he had a triple bypass in the middle of all of that. Before his bypass we were chatting, and I asked him what was next; he said that he would not start any other breweries until after the operation, and he was deadly serious about that.” Μπορείτε να διαβάσετε όλο το άρθρο του εδώ
Όταν ήταν πιτσιρικάς ο Celis (γεννήθηκε το 1925), είχε την ευκαιρία να δουλέψει σε μια απ’ τις τελευταίες 30 ζυθοποιίες της περιοχής και είχε απομνημονεύσει τη συνταγή της θολής spicy ξανθιάς. Έτσι, όταν μετά από χρόνια, ο γαλατάς πλέον Pierre βρέθηκε με κάποιους παλιούς φίλους στο καφέ του χωριού και η κουβέντα γύρισε στην αγαπημένη ξανθιά απ’ τα παλιά, αποφάσισε – έτσι σαν στοίχημα – ν’ αναβιώσει τη συνταγή. Δανείστηκε τη μεγάλη χάλκινη κατσαρόλα της γυναίκας του και έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά, φτιάχνοντας την παραδοσιακή θολή μπύρα, με προσθήκη σταριού και βρώμης στα κρίθινα malts και με τριμένο κόλιανδρο και ξύσμα φλούδας curacao, του εξωτικού μπαχαρικού που έφερναν τότε οι Ολλανδοί και οι Φλαμανδοί έμποροι απ’ το Νέο Κόσμο.
Τόσο μεγάλη ήταν η επιτυχία του (ή η νοσταλγία απ’ τα παλιά) που οι φίλοι του και μαζί όλοι οι παλιοί χωριανοί, τον κατάφεραν να ξεκινήσει μια κανονική παραγωγή. Έτσι κι έγινε. Ο Celis αγόρασε τον εξοπλισμό από ένα ζυθοποιίο που έκλεινε (φωτό επάνω) τον εγκατέστησε στο στάβλο του αγροκτήματός του και το 1966 οι πρώτες ξανθιές θολές μπύρες παλαιού τύπου, που έφεραν το όνομα του χωριού τους – Hoegaarden – ήταν πραγματικότητα.
Μετά από 12 χρόνια και αφού οι πωλήσεις και οι εξαγωγές είχαν αναγκάσει τη ζυθοποιία να επεκταθεί (άλλαξε τ' όνομά της σε De Kluis), μια φωτιά στο ανασφάλιστο εργοστάσιο κατέστρεψε τα πάντα. Γι ανα ξαναστηθεί η ζυθοποιία απ’ την αρχή, βοήθησαν όλοι οι φίλοι και χωριανοί, αλλά κυρίως γειτονική ζυθοποιία Artois, που επένδυσε ένα μεγάλο ποσό παίρνοντας και τις ανάλογες μετοχές. Όταν αργότερα η Artois εξαγοράσθηκε απ’ τους τραπεζίτες της InterBrew, οι νέοι ιδιοκτήτες απαίτησαν μεγάλες αλλαγές στις πρώτες ύλες και τη διαδικασία παραγωγής, αλλαγές που έκαναν τον Celis να τα παρατήσει και να φύγει.
Επόμενη στάση του ζυθοποιού, οι ΗΠΑ. Έχοντας κάποιους φίλους στο Austin του Τέξας και καλές γνωριμίες στον Αμερικανικό χώρο της μπύρας, λόγω των εξαγωγών εκεί των προϊόντων της Hoegaarden, αποφασίζει να δεχθεί τις προτάσεις που του έγιναν και να στήσει επί Αμερικανικού εδάφους μια νέα ζυθοποιία και να φτιάξει την φημισμένη του μπύρα. Εκείνη την εποχή, οι ζυθοποιίες στην περιοχή ήταν ελάχιστες και τα στυλ που εισήγαγε ο Celis (Wit, Grand Cru, Forbiden Fruit) ήταν πρωτόγνωρα, ανοίγοντας στους Αμερικανούς την πόρτα στη Βελγική σχολή ζυθοποίησης.
Η Celis Brewery είχε μεγάλη επιτυχία και πολλοί νέοι τότε ζυθοποιοί επηρρεάστηκαν από τον Βέλγο πιονέρο μετανάστη. Δυστυχώς η ιστορία επαναλαμβάνεται ακόμα και στις χειρότερες εκδοχές της και η νέα ζυθοποιία του Pierre Celis έπεσε στα χέρια των Αμερικανών μεγαλοεπιχειρηματιών αυτή τη φορά, όταν οι συνέταιροι του Celis πούλησαν τα μερίδιά τους στoυς μεγαλοζυθοποιούς-τραπεζίτες της Miller, που για ακόμα μια φορά πίεσαν ν’ αλλάξουν οι συνταγές, να σταματήσει η εισαγωγή λυκίσκου απ’ την Τσεχία και να μειωθεί γενικότερα το κόστος. Το 2000 η Miller εξαγόρασε την Celis, για να την κλείσει το 2001, πουλώντας τα δικαιώματα του ονόματος, τις συνταγές, μέχρι και τα χάλκινα καζάνια στην Michigan Brewing Company, που προς τιμήν της προσπάθησε να ξαναφτιάξει την αυθεντική μπύρα, ζητώντας μάλιστα συμβουλές απ’ τον Pierre.
Μετά την εξαγορά της ζυθοποιίας του, ο Celis επέστρεψε στο Βέλγιο. Αν και αρκετά μεγάλος πια (75 χρονών) δεν έπαψε ν’ ασχολείται με τη ζυθοποίηση. Συνεργάστηκε με την St. Bernardus στο Watoo, δημιουργό των φημισμένων ομώνυμων abbey beers, για την παραγωγή μιας εξαιρετικής wit, αλλά και της πολύ ιδιαίτερης Grottenbier.
Ο άλλος μεγάλος μακαρίτης του χώρου, ο μπυροσυγγραφέας και κριτικός Michael Jackson, είχε γράψει τα παρακάτω για τον Celis και την Grottenbier:
“This beer was made by one of the biggest characters in Belgian brewing. A very small man physically, but a huge character: Pierre Celis. He’s well known for his white beer, but this is obviously not his white beer. I remember a good 15 years ago, Pierre took me to some caves, and I asked why he was taking me there. He said that he was going to make a champagne-style beer in the caves, letting the beer come to its maturation being turned like champagne and leave it to have a refermentation in the bottle, then freeze the neck and take the plug of ice out. It was a beer that would be bottle-conditioned, but a bright beer. He nurtured that idea for 15 years, and while doing so he opened his brewery in Austin, Texas. That was taken over by Miller, and he moved the brewing of his white beer to Michigan. For a guy in his 70’s, he’s a pretty busy guy, and he had a triple bypass in the middle of all of that. Before his bypass we were chatting, and I asked him what was next; he said that he would not start any other breweries until after the operation, and he was deadly serious about that.” Μπορείτε να διαβάσετε όλο το άρθρο του εδώ
Ας αποχαιρετήσουμε τον Pierre Celis, πίνοντας μια απ’ τις μπύρες του. ‘Ενας ακόμα πιονέρος της ποιοτικής μπύρας έφυγε…
Ένα μικρό video-αφιέρωμα στον Celis στα φλαμανδικά, μπορείτε να δείτε εδώ
Η βιογραφία του "Pierre Celis. My Life" από τον Raymond Billen
'Αλλη μια σπουδαία απώλεια για τον κόσμο της μπύρας, αφού πραγματικά ο Celis αποτέλεσε με τις πράξεις του και με την συνολικότερη στάση ζωής του, μια πολύτιμη μονάδα στον χώρο του Ζύθου!
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ Hoegaarden του οφείλει τα πάντα και θα του χρωστάει για πολλά πολλά χρόνια ακόμη στο μέλλον!
Μπράβο Νικόλαε Μέγα για αυτό το μικρό αφιέρωμα που έκανες σε αυτόν τον σπουδαίο ζυθοποιό. Ήταν απαραίτητο πέρα για πέρα!!
Πιστέυω πως ο Pierre Celis είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα ανθρώπου που ξεκίνησε ρομαντικά και στη πορεία γνώρισε το "καπέλωμα" απ' τις μεγάλες ζυθοποιίες, για να πάρει "δις" το καπελάκι του και να ξεκινήσει για άλλες μπυροπεριπέτειες...
ΑπάντησηΔιαγραφήΠολύ θα 'θελα πάντως να 'χα δοκιμάσει μια Hoegaarden προ InterBrew...